Franz Kafka
Η μεταμόρφωση
μτφρ. Χρυσάνθη Μιχαλοπούλου
εικονογράφηση: Luis Scafati
εκδ. Οξύ, σ. 64, ευρώ 16,98
«Η μεταμόρφωση» (1915) του Φραντς Κάφκα (1883-1924), το πρώτο χρονικά και μοναδικό από τα αριστουργήματα του τσέχου συγγραφέα που θεωρείται ολοκληρωμένο και εκδόθηκε όσο εκείνος ζούσε, επανεκδίδεται εικονογραφημένο από τον Λουίς Σκαφάτι. Ο αργεντινός καλλιτέχνης εμπνέεται από τη ζοφερή ατμόσφαιρα του έργου και συνοδεύει το κλασικό κείμενο αρμονικά, εντείνοντας με ιδιαίτερη αφαίρεση και σε κιαροσκούρο την εφιαλτική περιδίνηση του καφκικού ήρωα. Ο Σκαφάτι συναισθάνεται ότι προσεγγίζει ένα έργο μνημειώδες, όπου οποιαδήποτε παρέκκλιση, μεταφρασμένη και ως καλλιτεχνική εγωπάθεια, επισείει κατηγορία ιερόσυλης πράξης. Η εικονογράφησή του επιτυγχάνει ώς έναν βαθμό την κριτική απεικόνιση της «Μεταμόρφωσης» και την περαιτέρω έξαψη της φαντασίας του αναγνώστη. Τα τριάντα σκίτσα φαντάζουν σαν μια εικαστική αφιέρωση στον Τσέχο δημιουργό και σε συνδυασμό με το κλασικό κείμενο -που παραμένει ανέγγιχτο- συναρθρώνουν ένα κομψοτέχνημα αισθητικής και λόγου.
Η πρώτη φράση του διηγήματος εισάγει άμεσα τον αναγνώστη στην υπόθεση και καταφέρει αιφνίδια ένα καίριο πλήγμα στον ορθολογισμό του, καθώς καταρρίπτει εξαρχής τις λογικές συμβάσεις και απορρίπτει κάθε απόπειρα ανάλογης αμφισβήτησης.
«Οταν ένα πρωί ο Γκρέγκορ Σάμσα ξύπνησε από ταραγμένο ύπνο, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σε τεράστιο ζωύφιο».
Ο Κάφκα θέτει τον συγκεκριμένο παραλογισμό σε ρεαλιστικό πλαίσιο και, σε συνδυασμό με τον επίπεδο ρυθμό της αφήγησης και την έλλειψη συγκινησιακής φόρτισης, εντείνει την υποβλητικότητα του έργου. Το στοιχείο του παραλόγου δηλαδή «αποδυναμώνεται» από τις εκτενέστερες ρεαλιστικές περιγραφές που το συνοδεύουν, διατηρώντας παρ' όλα αυτά την εφιαλτική ιδιοσυστασία του, γεγονός που υποτάσσει τη λογική του αναγνώστη και τον καθιστά μέτοχο της εκτρωματικής ψυχοπαθολογίας του πρωταγωνιστή.
Αντίθετα με τα επόμενα μυθιστορήματα του Κάφκα («Δίκη», «Πύργος», «Αμερική»), όπου η μεταμόρφωση αφορά το περιβάλλον και την καθημερινότητα του πρωταγωνιστή, στη θέα και την παράνοια των οποίων στέκεται έκθαμβος και ανίσχυρος, στον παρόν διήγημα η μεταμόρφωση «παρεισάγεται» στο ίδιο του το σώμα.
Η «Μεταμόρφωση», αν και προηγείται χρονικά των κλασικών αριστουργημάτων του τσέχου συγγραφέα, κινείται θεματικά ως η κατάληξη και η εξέλιξή τους, σαν να είχε διαμορφώσει ενδόμυχα το σύνολο του έργου του.
Η συνεχής εκμετάλλευση, ο άτεγκτος κρατικός παρεμβατισμός, η γραφειοκρατία, οι ασφυκτικές αξιώσεις και τα στερεότυπα του οικογενειακού περιβάλλοντος, τα στοιχεία δηλαδή εκείνα που αποτελούν σημεία αναφοράς στη «Δίκη», την «Αμερική» και τον «Πύργο», αποτελούν τα πρωταίτια της μεταμόρφωσης του πρωταγωνιστή. Ο Γκρέγκορ Σάμσα δεν οικτίρει την τραγική του μοίρα αλλά την αποδέχεται παθητικά, όντας μέρος και συνένοχος του κρατικού μηχανισμού που τον κατατρύχει. Η συναίσθηση της ενοχής του συνίσταται στην ασυνείδητη συμμετοχή του ως προς τη διαμόρφωση μιας ιογενούς πραγματικότητας, γεγονός που μετατρέπει την τιμωρία του σε ένα είδος λύτρωσης και αυτοκάθαρσης.
Η ανελευθερία του εστιάζεται στην ενδοοικογενειακή ψυχολογική βία και στον σύγχρονο κρατικό παρεμβατισμό. Ο πρωταγωνιστής δεν διαθέτει καμία διέξοδο διαφυγής, είτε στραφεί στον πατροπαράδοτο θεσμό της οικογένειας είτε προς τα σύγχρονα κοινωνικά πρότυπα, καθώς το οικογενειακό του περιβάλλον αποτελεί ουσιαστικά τη μικρογραφία του αντίστοιχου κοινωνικού, που συλλειτουργεί στην καθυπόταξη και την ανελευθερία του. Το πνιγηρό δηλαδή οικογενειακό περιβάλλον προΐσταται είτε ως ανεξάρτητος παράγοντας καταπίεσης, που συνηγορεί και εξυπηρετεί ταυτόχρονα την κοινωνική αδιαλλαξία, είτε συμβολικά, ως μικρογραφία του κοινωνικού ιστού και του κρατικού παρεμβατισμού. Ο Κάφκα επιτυγχάνει τη συγκεκριμένη συνταύτιση από τις πρώτες σελίδες του διηγήματος, με το σύντομο πέρασμα του κρατικού υπαλλήλου -κλασική μορφή των ύστερων έργων του -τον οποίο στη συνέχεια και εξοβελίζει από τον περίκλειστο οικογενειακό χώρο, καθώς η παρουσία του εκεί αποτελεί πλεονασμό.
Οι πόρτες του σπιτιού σφραγίζονται ερμητικά και η ανήλιαγη δυσωδία του χώρου προβάλλει την πνιγηρή αίσθηση της απομόνωσης του ήρωα. Ο ψυχισμός του Γκρέγκορ Σάμσα ανασύρεται στην επιφάνεια και τον καθιστά ένα πλάσμα εκτρωματικό, ανίσχυρο και άβουλο, που προκαλεί απέχθεια στους οικείους του, σ' αυτούς δηλαδή που φέρουν την κύρια ευθύνη γι' αυτή τη μεταμόρφωση. Η οικογένειά του τον «ανέχεται» αλλά δεν τον συντρέχει ουσιαστικά, ενώ από τη στιγμή που γίνεται αντιληπτή η μεταμόρφωσή του, και παρά το γεγονός ότι διατηρεί ικανότητα ομιλίας, κανείς οικείος δεν του απευθύνει τον λόγο. Η απομόνωσή του συμβολίζει την περιθωριοποίηση των απόκληρων και την έλλειψη κοινωνικής ευαισθησίας. Ο ανθρωπισμός της σύγχρονης κοινωνίας συνίσταται στην ανοχή της ύπαρξης των περιθωριοποιημένων, των μειονοτήτων, των διαφορετικών και όχι στην κατανόηση του ψυχισμού και των προβλημάτων τους.
Η ενδοοικογενειακή, ψυχολογική και σωματική βία που υφίσταται ο πρωταγωνιστής, παράλληλα με τους παραπάνω κοινωνικούς συσχετισμούς, προβάλλει τα οδυνηρά βιώματα του Κάφκα από τον αυταρχικό πατέρα του.
Ο αρχετυπικός μύθος, κατά τον οποίο ο γιος διαδέχεται τον πατέρα μέσω μιας συμβολικής δολοφονίας, αντιστρέφεται. Στη «Μεταμόρφωση», ο ανενεργός και απαθής πατέρας αποπειράται να δολοφονήσει και να αντικαταστήσει τον Γκρέγκορ Σάμσα, με εμμονή και αυτοσκοπό την επανάκτηση της γραφειοκρατικής εργασίας και των εκπορευόμενων αυτής εξουσιών.
Ο Κάφκα μεταμορφώνει τα οδυνηρά βιώματά του σε ένα λογοτεχνικό κειμήλιο θλίψης, αυτοσαρκασμού και τρόμου, γραμμένο με παιδική «αφέλεια» και συγγραφική ιδιοφυΐα, βγαλμένο από τα άδυτα ενός προσωπικού και ταυτόχρονα συλλογικού -ανθρώπινου εφιάλτη.
Η μεταμόρφωση
μτφρ. Χρυσάνθη Μιχαλοπούλου
εικονογράφηση: Luis Scafati
εκδ. Οξύ, σ. 64, ευρώ 16,98
«Η μεταμόρφωση» (1915) του Φραντς Κάφκα (1883-1924), το πρώτο χρονικά και μοναδικό από τα αριστουργήματα του τσέχου συγγραφέα που θεωρείται ολοκληρωμένο και εκδόθηκε όσο εκείνος ζούσε, επανεκδίδεται εικονογραφημένο από τον Λουίς Σκαφάτι. Ο αργεντινός καλλιτέχνης εμπνέεται από τη ζοφερή ατμόσφαιρα του έργου και συνοδεύει το κλασικό κείμενο αρμονικά, εντείνοντας με ιδιαίτερη αφαίρεση και σε κιαροσκούρο την εφιαλτική περιδίνηση του καφκικού ήρωα. Ο Σκαφάτι συναισθάνεται ότι προσεγγίζει ένα έργο μνημειώδες, όπου οποιαδήποτε παρέκκλιση, μεταφρασμένη και ως καλλιτεχνική εγωπάθεια, επισείει κατηγορία ιερόσυλης πράξης. Η εικονογράφησή του επιτυγχάνει ώς έναν βαθμό την κριτική απεικόνιση της «Μεταμόρφωσης» και την περαιτέρω έξαψη της φαντασίας του αναγνώστη. Τα τριάντα σκίτσα φαντάζουν σαν μια εικαστική αφιέρωση στον Τσέχο δημιουργό και σε συνδυασμό με το κλασικό κείμενο -που παραμένει ανέγγιχτο- συναρθρώνουν ένα κομψοτέχνημα αισθητικής και λόγου.
Η πρώτη φράση του διηγήματος εισάγει άμεσα τον αναγνώστη στην υπόθεση και καταφέρει αιφνίδια ένα καίριο πλήγμα στον ορθολογισμό του, καθώς καταρρίπτει εξαρχής τις λογικές συμβάσεις και απορρίπτει κάθε απόπειρα ανάλογης αμφισβήτησης.
«Οταν ένα πρωί ο Γκρέγκορ Σάμσα ξύπνησε από ταραγμένο ύπνο, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σε τεράστιο ζωύφιο».
Ο Κάφκα θέτει τον συγκεκριμένο παραλογισμό σε ρεαλιστικό πλαίσιο και, σε συνδυασμό με τον επίπεδο ρυθμό της αφήγησης και την έλλειψη συγκινησιακής φόρτισης, εντείνει την υποβλητικότητα του έργου. Το στοιχείο του παραλόγου δηλαδή «αποδυναμώνεται» από τις εκτενέστερες ρεαλιστικές περιγραφές που το συνοδεύουν, διατηρώντας παρ' όλα αυτά την εφιαλτική ιδιοσυστασία του, γεγονός που υποτάσσει τη λογική του αναγνώστη και τον καθιστά μέτοχο της εκτρωματικής ψυχοπαθολογίας του πρωταγωνιστή.
Αντίθετα με τα επόμενα μυθιστορήματα του Κάφκα («Δίκη», «Πύργος», «Αμερική»), όπου η μεταμόρφωση αφορά το περιβάλλον και την καθημερινότητα του πρωταγωνιστή, στη θέα και την παράνοια των οποίων στέκεται έκθαμβος και ανίσχυρος, στον παρόν διήγημα η μεταμόρφωση «παρεισάγεται» στο ίδιο του το σώμα.
Η «Μεταμόρφωση», αν και προηγείται χρονικά των κλασικών αριστουργημάτων του τσέχου συγγραφέα, κινείται θεματικά ως η κατάληξη και η εξέλιξή τους, σαν να είχε διαμορφώσει ενδόμυχα το σύνολο του έργου του.
Η συνεχής εκμετάλλευση, ο άτεγκτος κρατικός παρεμβατισμός, η γραφειοκρατία, οι ασφυκτικές αξιώσεις και τα στερεότυπα του οικογενειακού περιβάλλοντος, τα στοιχεία δηλαδή εκείνα που αποτελούν σημεία αναφοράς στη «Δίκη», την «Αμερική» και τον «Πύργο», αποτελούν τα πρωταίτια της μεταμόρφωσης του πρωταγωνιστή. Ο Γκρέγκορ Σάμσα δεν οικτίρει την τραγική του μοίρα αλλά την αποδέχεται παθητικά, όντας μέρος και συνένοχος του κρατικού μηχανισμού που τον κατατρύχει. Η συναίσθηση της ενοχής του συνίσταται στην ασυνείδητη συμμετοχή του ως προς τη διαμόρφωση μιας ιογενούς πραγματικότητας, γεγονός που μετατρέπει την τιμωρία του σε ένα είδος λύτρωσης και αυτοκάθαρσης.
Η ανελευθερία του εστιάζεται στην ενδοοικογενειακή ψυχολογική βία και στον σύγχρονο κρατικό παρεμβατισμό. Ο πρωταγωνιστής δεν διαθέτει καμία διέξοδο διαφυγής, είτε στραφεί στον πατροπαράδοτο θεσμό της οικογένειας είτε προς τα σύγχρονα κοινωνικά πρότυπα, καθώς το οικογενειακό του περιβάλλον αποτελεί ουσιαστικά τη μικρογραφία του αντίστοιχου κοινωνικού, που συλλειτουργεί στην καθυπόταξη και την ανελευθερία του. Το πνιγηρό δηλαδή οικογενειακό περιβάλλον προΐσταται είτε ως ανεξάρτητος παράγοντας καταπίεσης, που συνηγορεί και εξυπηρετεί ταυτόχρονα την κοινωνική αδιαλλαξία, είτε συμβολικά, ως μικρογραφία του κοινωνικού ιστού και του κρατικού παρεμβατισμού. Ο Κάφκα επιτυγχάνει τη συγκεκριμένη συνταύτιση από τις πρώτες σελίδες του διηγήματος, με το σύντομο πέρασμα του κρατικού υπαλλήλου -κλασική μορφή των ύστερων έργων του -τον οποίο στη συνέχεια και εξοβελίζει από τον περίκλειστο οικογενειακό χώρο, καθώς η παρουσία του εκεί αποτελεί πλεονασμό.
Οι πόρτες του σπιτιού σφραγίζονται ερμητικά και η ανήλιαγη δυσωδία του χώρου προβάλλει την πνιγηρή αίσθηση της απομόνωσης του ήρωα. Ο ψυχισμός του Γκρέγκορ Σάμσα ανασύρεται στην επιφάνεια και τον καθιστά ένα πλάσμα εκτρωματικό, ανίσχυρο και άβουλο, που προκαλεί απέχθεια στους οικείους του, σ' αυτούς δηλαδή που φέρουν την κύρια ευθύνη γι' αυτή τη μεταμόρφωση. Η οικογένειά του τον «ανέχεται» αλλά δεν τον συντρέχει ουσιαστικά, ενώ από τη στιγμή που γίνεται αντιληπτή η μεταμόρφωσή του, και παρά το γεγονός ότι διατηρεί ικανότητα ομιλίας, κανείς οικείος δεν του απευθύνει τον λόγο. Η απομόνωσή του συμβολίζει την περιθωριοποίηση των απόκληρων και την έλλειψη κοινωνικής ευαισθησίας. Ο ανθρωπισμός της σύγχρονης κοινωνίας συνίσταται στην ανοχή της ύπαρξης των περιθωριοποιημένων, των μειονοτήτων, των διαφορετικών και όχι στην κατανόηση του ψυχισμού και των προβλημάτων τους.
Η ενδοοικογενειακή, ψυχολογική και σωματική βία που υφίσταται ο πρωταγωνιστής, παράλληλα με τους παραπάνω κοινωνικούς συσχετισμούς, προβάλλει τα οδυνηρά βιώματα του Κάφκα από τον αυταρχικό πατέρα του.
Ο αρχετυπικός μύθος, κατά τον οποίο ο γιος διαδέχεται τον πατέρα μέσω μιας συμβολικής δολοφονίας, αντιστρέφεται. Στη «Μεταμόρφωση», ο ανενεργός και απαθής πατέρας αποπειράται να δολοφονήσει και να αντικαταστήσει τον Γκρέγκορ Σάμσα, με εμμονή και αυτοσκοπό την επανάκτηση της γραφειοκρατικής εργασίας και των εκπορευόμενων αυτής εξουσιών.
Ο Κάφκα μεταμορφώνει τα οδυνηρά βιώματά του σε ένα λογοτεχνικό κειμήλιο θλίψης, αυτοσαρκασμού και τρόμου, γραμμένο με παιδική «αφέλεια» και συγγραφική ιδιοφυΐα, βγαλμένο από τα άδυτα ενός προσωπικού και ταυτόχρονα συλλογικού -ανθρώπινου εφιάλτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου