Σάββατο 4 Αυγούστου 2018

Το συνειδητό και το ασυνείδητο

Σύμφωνα με τον Freud, αληθινό δεν είναι μόνο ότι μας περιβάλει, αλλά και ότι εσωτερικά μας αντιστέκεται. Περί το έτος 1923 ο Freud είχε καταφέρει να διαμορφώσει ένα μοντέλο του τρόπου λειτουργίας του ανθρωπίνου πνεύματος. Στο έργο του «Το συνειδητό και το ασυνείδητο» (The Ego and the Id) περιγράφει τις πνευματικές δομές ως αποτελούμενες από σχέσεις μεταξύ τριών παραγόντων, συγκεκριμένα τριών πεδίων πνευματικής λειτουργίας , του ασυνειδήτου: το Εγώ (Ως οργανωμένου και συνειδητού μέρους του ασυνειδήτου), το Υπέρ εγώ (Super ego) ως εμπεριέχοντος εικόνες οι οποίες δημιουργούν σύγχυση στο Εγώ και προωθούνται συμπιεζόμενες προς τα εκεί, και τέλος το υπόλοιπο ασυνείδητο το οποίο εμπεριέχει τις απωθημένες ανεκπλήρωτες επιθυμίες του συνειδητού Εγώ.  Αυτή του η θεώρηση τον έφερε πιο κοντά στο σύγχρονο μοντέλο αντίληψης του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου το οποίο αποτελείται από δυναμικές σχέσεις μεταξύ αντικειμένων τα οποία έχουν ενδοβληθεί ως εσωτερικές εικόνες.
Το 1926 επανέρχεται για να επεξεργαστεί και να βελτιώσει  την αντίληψή του για την γενεσιουργό αιτία του άγχους. Αυτή η εξέλιξη του παρέχει την δυνατότητα να προσθέσει στο ψηφιδωτό του την ψηφίδα που του έλειπε, συνθέτοντας με τον τρόπο αυτό την σύγχρονη θεωρία με την οποία κατανοούμε τις επιπτώσεις του ψυχικού τραύματος στις μέρες μας. Όταν ένα εξαιρετικά σοβαρό εξωτερικό γεγονός προσκρούσει στην πνευματική μας οργάνωση και ισορροπία, επιφέρει μια άμεση καταστροφή των ψυχικών μας αντιστάσεων εναντίον του άγχους, και τότε η αγωνία που καταλαμβάνει το πνεύμα, προέρχεται από εσωτερικούς παράγοντες, παρά το γεγονός ότι η πρωταρχική ως γενεσιουργός αιτία του συμβάντος ήταν εξωτερική.
Όπως στη σωματική πρόσκρουση με κάποιο συμπαγές αντικείμενο έχουμε  λύση της συνεχείας του δέρματος, έτσι και στο ψυχικό συμβάν κατά τον Freud, έχουμε ρήξη του νοητού θύλακος των αντιστάσεων του ασυνειδήτου, οι οποίες το προφυλάσσουν υπό μορφή δέρματος ή ασπίδας. Επιπροσθέτως όμως έχουμε και κάτι άλλο που δεν έχουμε στην περίπτωση του υλικού δέρματος. Με την απώλεια των ψυχικών αντιστάσεων, καθώς οι απωθημένες εικόνες διαθέτουν δυναμική, όντας συνυφασμένες με τα αντίστοιχα ζοφερά αισθήματα κατά τον χρόνο της απώθησής τους, έχουμε αλληλεπιδράσεις τόσο μεταξύ των, όσο και κάθε μίας ξεχωριστά, με το εξωτερικό συμβάν. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να έχουμε κατάρρευση στο επίπεδο του νοήματος και της σημασίας. Με τον τρόπο αυτό ο Freud αποκαλύπτει ότι έχουμε δύο αλήθειες τις οποίες μπορούμε να βιώσουμε. Την «πρακτική αλήθεια» που είναι η εξωτερική και την «ψυχική αλήθεια» που είναι η εσωτερική.
Ο Freud επίσης απαρίθμησε τα αρχέγονα  άγχη που κατά την γνώμη του μπορεί να αποτελέσουν δυνητικές τραυματικές εμπειρίες στη πορεία της ζωής, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε ατομικό επίπεδο.
Αυτά είναι:
  1. Το άγχος της γέννας.
  2. Το άγχος του ευνουχισμού.
  3. Το άγχος απώλειας του λατρευτού αντικειμένου (μητρικό στήθος).
  4. Το άγχος της απώλειας αγάπης από μέρους του λατρευτού αντικειμένου.
  5. Το άγχος της απουσίας ως εκμηδένισης.
Όλα αυτά τα άγχη έχουν ένα κοινό σημείο αναφοράς που είναι ο αποχωρισμός, ή, η απώλεια,  κάποιου προσώπου η αντικειμένου, που αισθανόμαστε τόσο σημαντικό στη ζωή μας, όσο η ίδια μας η ζωή. Για τον λόγο αυτό τα εν λόγω άγχη φέρουν τον άνθρωπο όλο και πιο κοντά σε μια ψυχική αναγνώριση, αυτήν, του θανάτου.
Ας παρακολουθήσουμε τις διεργασίες όπως αποτυπώνονται στις αντιδράσεις ενός βρέφους πριν την ώρα του ταΐσματος του.  Στο σωματικό επίπεδο έχουμε τα γαστρικά υγρά τα οποία ερεθίζουν τον βλεννογόνο του στομάχου και του προκαλούν πόνο. Στο ψυχικό επίπεδο όπως αποδεικνύουν οι κλινικές παρατηρήσεις έχουμε μία τρομακτική πνευματική διωκτική εικόνα, είτε δράκου, είτε κροκοδείλου, που αναγκάζει το παιδί να εκδηλωθεί σωματικά με κλάμα μια που δεν μιλάει ακόμη, για να το ακούσει η μητέρα του και να έρθει να το ταΐσει. Αφού ολοκληρώσει το φαγάκι του το στομαχάκι του ηρεμεί από την  τοξικότητα των γαστρικών υγρών επί του βλεννογόνου, αλλά ο δράκος ως εικόνα στο μυαλό του παραμένει και το εγώ την σπρώχνει στο υπερεγώ.
Καθώς αναπτυσσόμαστε και μέχρι να φτάσουμε στο γλωσσικό στάδιο όπου μπορούμε να εκφράζουμε τις ανάγκες μας μέσω του λόγου, το υπέρ εγώ μας, ίσως έχει γεμίσει με αρκετούς δράκους και κροκόδειλους ανάλογα με το κατά πόσο αισθανόμασταν ασφαλείς η ανασφαλείς κατά την διάρκεια της ανάπτυξης μας. Είναι οι ίδιοι οι δράκοι και οι κροκόδειλοι, οι οποίοι στις περιπτώσεις μιας μεγάλης φυσικής καταστροφής με θύματα γνωστά μας πρόσωπα, μας οδηγούν στο χάσιμο του νοήματος και της σημασίας της ζωής,  πλημμυρίζοντας το πνεύμα με διωκτικές εικόνες άγχους, καθώς οι προστατευτικές μας πνευματικές αντιστάσεις κατά του άγχους, έχουν καταστραφεί από το εξωτερικό γεγονός.
Παραθέτω κλινικό αναλυτικό επιστημονικό παράδειγμα ψυχικού τραύματος απo το βιβλίο της Caroline Garland «Understanding Trauma» προς πληρέστερη κατανόηση των πρακτικών αποτελεσμάτων της θεωρίας των ψυχικών τραυμάτων του Freud.
Ένας επιτυχημένος αναισθησιολόγος μετά από ένα ατύχημα με μοτοσυκλέτα τραυματίζεται σοβαρά και παραμένει στην εντατική για αρκετό χρονικό διάστημα. Μετά την αποθεραπεία του όμως, και ενώ τα σωματικά του τραύματα επουλώνονται, ο ίδιος δεν αισθανότανε καθόλου καλά. Είχε καταληφθεί από μια μελαγχολική διάθεση που έφθανε στα όρια της κατάθλιψης, καθώς το μυαλό του γυρνούσε συνέχεια γύρω από τις συνθήκες του ατυχήματος, και κολλούσε εμμονικά στις άσχημες εικόνες που το ζωντάνευαν. Δεν είχε διάθεση να οδηγήσει, δεν αισθανόταν καμία έλξη προς την κοπέλα του, και το χειρότερο, θεωρούσε τον εαυτό του, ανίκανο προς εργασία. Είχε πάρει μια τρίμηνη άδεια στη διάρκεια της οποίας είχε μείνει μέσα στο σπίτι, και μετά παρέλευση τριών μηνών δεν θεωρούσε τον εαυτό του ικανό να επιστρέψει στη δουλειά του.
Ήταν νευρικός μας αφηγείται η Garland, ευέξαπτος στις συνεδρίες, και ήθελε να ξέρει σε ποιο στάδιο βρισκόταν η κατάστασή του σε σχέση με τη θεραπεία, και γιατί εγώ δεν τον βοηθούσα με την γνωμάτευσή μου γύρω από το τι του συμβαίνει. Του επεσήμανα ότι καθώς και ο ίδιος ήταν γιατρός έπρεπε να γνωρίζει ότι αυτό που πρόσφερα ως ψυχολογική βοήθεια ήταν η «ομιλητική θεραπεία». Του επεσήμανα επίσης ότι είχε έρθει σε μένα επειδή ήθελε να μιλήσει για κάτι που τον απασχολούσε, και ότι και εγώ με τη σειρά μου διερωτώμουν τι μπορεί να ήταν αυτό.
Γεμάτος νευρικότητα και με έντονο βλέμμα σκεπτικισμού άρχισε με μεγάλη επιφύλαξη να μου μιλάει για τον εαυτό του. Φάνηκε ότι κατά την διάρκεια των παιδικών του χρόνων – προερχόταν από μια αγροτική οικογένεια της Ουαλίας η οποία πάλευε ατελείωτα να τα φέρει βόλτα – δεν είχε ποτέ διακοπές. Εργαζόταν πάντα για τους γονείς του στον αγρό, και εκείνοι ως αμοιβή του έβαζαν τον μισθό του σε ένα τραπεζικό λογαριασμό, για να έχει μία καλή πανεπιστημιακή μόρφωση, όταν θα μεγάλωνε όπως ήταν το όνειρο και η προτεραιότητα των γονιών του. Ο ίδιος πράγματι πήγε στο πανεπιστήμιο με το οποίο τα πήγαινε πολύ καλά, και ήταν κάτι που συνέβαλε στο να αισθάνεται και να περνάει καλά και ευχάριστα στη ζωή του.
Παρ όλο δε, που αναγνώριζε ότι τα κίνητρα των γονιών του ήταν αγαθά, μέσα του είχε ένα παράπονο που μεγάλωνε μαζί του, σχετικά με το γεγονός ότι του είχαν στερήσει την ανεμελιά των παιδικών του χρόνων, όπως το έβλεπε ο ίδιος. Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην εντατική όπου παρέμεινε κλινήρης με ρήξη του πνεύμονα βαριάς μορφής, πήρε πολύ στραβά ένα αστείο της προϊσταμένης, η οποία του είπε ότι, οι τραυματίες γιατροί είναι πολύ πιο παράξενοι και κάνουν περισσότερη φασαρία από τους ασθενείς που δεν είναι γιατροί. Μετά από αυτήν της τη φράση ο αναισθησιολόγος ασθενής πίστευε, ότι δεν τον πρόσεχε καθόλου η προϊσταμένη, ότι του μπέρδευε τις δοσολογίες των φαρμάκων της θεραπείας του, και τον έκανε να υποφέρει από φρικτούς πόνους.
Αισθάνθηκε τρομοκρατημένος, απελπιστικά αβοήθητος, και  πολύ εξοργισμένος. Σκέφθηκε δε, ότι αν τα έφερνε ποτέ η τύχη και είχε την ευκαιρία να έχει ως ασθενή την προϊσταμένη για κάποια χειρουργική της επέμβαση, θα της έβαζε λίγο αναισθητικό στον ορό αναισθησίας, ώστε να νοιώσει όλους τους πόνους της εγχείρησης. Στην πραγματικότητα ευχόταν να την δει νεκρή.
Η ανάλυση του ιστορικού του καθώς και των σκέψεων και των αισθημάτων σχετικά με το  ατύχημα – γιατί η φίλη του που ταξίδευε μαζί του στο πίσω αυτοκίνητο δεν του άναψε τα φλας να τον προειδοποιήσει σχετικά με την επερχόμενη καταστροφή, αφού είπε ότι την έβλεπε να έρχεται – δεν άφησε ούτε σε μένα αλλά ούτε και στο ίδιο καμία αμφιβολία, ότι εμφάνιζε δολοφονικές και επιθετικές παρορμήσεις, και προς την προϊσταμένη, αλλά και προς την φίλη του, και πίσω από αυτές, στο μακρινό παρελθόν, και προς τη μητέρα του, καθώς όλες τους έπρεπε να αναλάβουν την προστασία του, και να τον φροντίσουν καλύτερα,  και όχι να του συμπεριφερθούν έτσι άσχημα όπως και εγώ η ίδια, η οποία με το να τον περιμένω να μιλήσει και να τον ακούσω, αποτύγχανα να του παράσχω την κατάλληλη  φροντίδα. Αυτές οι σκέψεις τον είχαν τρομοκρατήσει καθώς ένας αναισθησιολόγος στη πραγματικότητα, δεν ελέγχει μόνο τον πόνο, αλλά τη ζωή και τον θάνατο επίσης.
Ο αναισθησιολόγος μας, είχε  απωθήσει την ανάμνηση αυτών των δολοφονικών παρορμήσεων αλλά είχε αποκτήσει ένα σύμπτωμα (ανικανότητα προς εργασία) η οποία μετέφερε μια αρκετά αισθητή συμβολική σημασία – απέφευγε να βάλει τον εαυτό του στη θέση αυτού, ο οποίος θα είχε τη ζωή κάποιου στα χέρια του.
Τρεις συνεδρίες αργότερα, ανακουφισμένος από τις ανακαλύψεις μας, και διασκεδάζοντας την αναγνώριση του ότι και ο ίδιος είχε ασυνείδητο – νόμιζε ότι τα συμπτώματα ανήκουν μόνο στους νευρωτικούς – επέστρεψε στην εργασία του, άρχισε να οδηγεί και πάλι, ενώ από κοινού με τη φίλη του προγραμμάτιζαν τη δημιουργία οικογένειας. Βραχυχρόνια τουλάχιστον, φάνηκε ότι τα προβλήματα είχαν επιλυθεί στο βαθμό που να επιτρέπουν την εμφάνιση της πράξης ως κίνησης.
Τι πέτυχε τελικά η τραυματική αφήγηση του αναισθησιολόγου μας στα πλαίσια της  ψυχαναλυτικής διάταξης (psychoanalytic setting);
Πέτυχε τελικά να ανασύρει το απωθημένο στο ασυνείδητο, φαντασιακό, και δολοφονικό αίσθημα του αναισθησιολόγου απέναντι στη μητέρα του, αναγκάζοντας τον να το βιώσει ως τέτοιο, και να το χωρέσει μέσω της αφήγησης στο λόγο του, ο οποίος ενώνοντας τους δύο χρόνους (παρελθόν-παρόν) το έφερε στην αλήθεια του παρόντος, καταστρέφοντας με το τρόπο αυτό,  τον φαντασιακό χαρακτήρα της εικόνας της ψυχικής ενέργειας, που το είχε δημιουργήσει, και μαζί με αυτήν και το σύμπτωμα.
Και αν όλα αυτά συμβαίνουν σε ατομικό επίπεδο τότε τι μπορεί να συμβαίνει σε πολιτικό η πολιτισμικό;

Όταν ο συμβολισμοί ησυχάζουν τα συναισθήματα, τους εμπιστευόμαστε όταν οδηγούν σε αδιέξοδα προκαλούν, την δυσπιστία και την μηδενιστική μας επιθετικότητα εναντίον των θεσμών η των ατόμων τα οποία τους ενσαρκώνουν. Η συμβολική που μεταδίδει συναισθηματική ηρεμία είναι το πολιτικώς ενδεδειγμένο ζητούμενο. Εάν έχουν έτσι τα πράγματα, δεν ενδιαφέρει η αυστηρή χειραγώγηση των συναισθημάτων είτε η παρορμητική τους απελευθέρωση, αλλά η μετά λόγου παρακολούθηση της αλογίας των, κάτι διόλου απλό αφού πρόκειται για ψυχικούς αυτοματισμούς με δύναμη ενστίκτου. Σκοπός δεν είναι να υποτάξουμε τα συναισθήματα είναι να τους δώσουμε μία μορφή η οποία να τα εξευγενίζει όπως συμβαίνει με τα έργα τέχνης. Όταν νοιώθω απειλούμενος δεν προλαβαίνω να σκεφθώ: φοβάμαι η εξαγριώνομαι. Το ποντίκι η κατσαρίδα, το ερπετό, ο τρομοκράτης, το μνημόνιο,  δεν είναι ο ίδιος ο φόβος. Ο φόβος έχει να κάνει με τις διαστάσεις των συμβολισμών του στις ψυχές, καταπολεμείται δε εφ όσον οι εικόνες τους επανασυνδεθούν με την πραγματικότητα τους. Διαφορετικά ο φετιχισμός των φοβικών εικόνων θα διαιωνίζεται κι εκείνες θα ελλοχεύουν στην ψυχή απειλητικά, αυτοεπιβεβαιούμενες στην επανάληψή τους. Εξού και η πολιτική σκέψη οφείλει να χρησιμοποιεί και εργαλεία ανθρωπολογικής προελεύσεως, ώστε να προσεγγίζει μαζί με τα εξωτερικά δεδομένα τις νοοτροπίες  και τις συμπεριφορές.
Είναι αξιοσημείωτη η επενέργεια του φαντασιακού στοιχείο, που συνδέει υποδόρια τη σκέψη με τα ένστικτα, και τα πράγματα με τις επιθυμίες μας διαχωρίζοντας τα από την αντικειμενική τους συνθήκη. Φαντασιακό συγκροτούν ατομικές η συλλογικές οδηγητικές αντιλήψεις, με περιεχόμενο εικόνες του ασυνειδήτου, οι οποίες υποκαθίστανται χωρίς καμία λογική στις παραστάσεις της εμπειρικής πραγματικότητας, και συν τω χρόνω υποβάλλονται σε επεξεργασία συμβολικής μεταλλάξεως. … Η εικόνα της πατρικής αυθεντίας και αρχής, η οποία στο ασυνείδητο μεταλλάσσεται σε ζοφερή αυταρχική εξουσία, εναντίον της οποίας εξεγείρονται ως έφηβοι και ως νέοι, κατά μόνας ή ομαδικά, οι οιδιπόδειοι ανέστιοι ριζοσπάστες αριστεροί, και γενικώς λαϊκιστές παντός καιρού, όλοι τους με απώτερη επιδίωξη να την καταλάβουν και να την απολαμβάνουν, μεταβαλλόμενοι από θύματα σε θύτες. Το παιδί παίζει για να μεγαλώσει, ο ενήλικος παίζει για να μην έχει την ευθύνη των πράξεων του, και για να του φέρονται σαν να ήταν ταλαίπωρο πλάσμα. Σε συνθήκες ομαλότητας ναυαγούν,  διότι εκεί η σχέση με τον εαυτό προϋποθέτει να εκτεθούν μέσα τους, να αναλάβουν την ευθύνη της υπάρξεώς τους, αντί να φορτώνουν σε άλλους το εσωτερικό τους κενό.
Oι ζαλισμένοι πολίτες εμπιστεύονταν μόνο τις επιθυμίες τους, διευκολύνοντας την παράδοση σε παραισθησιογόνα ιδεολογήματα, και εκλαμβάνοντας τα ψυχικά γεγονότα σαν αντικειμενικά.
Μετά την σύντομη ανάλυση των ψυχικών αντιδράσεων σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο  θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι στο βαθμό που αναγνωρίζουμε την ψυχική αλήθεια του ασυνειδήτου, κατανοώντας παράλληλα ότι η λογική δεν στηρίζει απόλυτα το υποκείμενο, μας παρέχεται η δυνατότης να επιλέξουμε τρόπους, ώστε οι πράξεις μας στη ζωή να είναι μέσα στο νόημα των πραγμάτων, και όχι στα σύμβολα και στις λέξεις τους. Με τον τρόπο αυτό, ακολουθούμε την ψυχή μας στον αναβαθμό της, βιώνοντας τη ζωή μας στην ποιητική της διάσταση και όχι στην λογική διατύπωση των συμβολισμών, που κάποιοι θέλουν να μας επιβάλουν για δικό τους όφελος.